ἄησις

ἄησις
ἄησις
blowing
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • άησις — ἄησις ( εως), η (Α) [ἄημι] πνοή, φύσημα …   Dictionary of Greek

  • άημι — ἄημι (Α) Ι ενεργ. 1. (κυρίως για ανέμους) φυσώ, πνέω 2. αναπνέω, εισπνέω παθ. ἄημαι 1. χτυπιέμαι, δέρνομαι ή καταβάλλομαι από τον άνεμο 2. (για ήχους) μεταφέρομαι, διαδίδομαι με τον αέρα 3. αμφιταλαντεύομαι, φέρομαι εδώ κι εκεί από αμφιβολία ή… …   Dictionary of Greek

  • ἀήσεως — ἀήσεω̆ς , ἄησις blowing fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄησι — ἄημι va´ti pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) ἄησις blowing fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄησιν — ἄημι va´ti pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) ἄησις blowing fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”